Subscribe:

Friday, November 20, 2020

Το ποδήλατο

Είχα το όνειρο μου, 

το ποδήλατο μου κι όλα έμοιαζαν σωστά...



Το αγαπώ αυτό το τραγούδι. Καλημέρα σε όλους!




Thursday, November 19, 2020

Ίσως...

"Αλλάζει ο καιρός....ο άνθρωπος ποτέ!"

Ίσως, ίσως αν δεν είχα επενδύσει... Ίσως αν δεν είχα αφεθεί...
Ίσως αν ζύγιζα λίγο καλύτερα. Ίσως...

Τα πράγματα που μας κάνουν το μεγαλύτερο κακό, είναι όλα όσα θέλουμε πιο πολύ. 





Δεν έχουμε μιλήσει πλέον για χρόνια. Δεν ξέρω που είσαι, πως είσαι, πως περνάς και για να είμαι ειλικρινής, δεν είμαι καν σίγουρη αν με ενδιαφέρει. 

Ένα τσιγάρο στο χέρι, βλέπω πως η κάφτρα εξαφανίζει σιγά σιγά την ίδια του την ύπαρξη. Του καίει τα σωθηκά. Και το μόνο που απομένει, είναι μια πικρή γεύση στο στόμα. 
Αυτό ειναι και το πάθος του έρωτα. Ανάβει, σε καίει και μετά δεν υπάρχεις... 

Μεγαλώνω και με πειράζει. 
Δεν είμαι σίγουρη αν με ενοχλεί που είμαι μακριά, καθώς παράλληλα αυτό με κρατά μακριά κι απο αναμνήσεις, υπάρξεις και συναισθήματα. Είμαι ασφαλής εδώ. Ε;

Αυτό που με πειράζει είναι που δεν κατάφερα ποτέ να σε "θάψω" μέσα μου αξιοπρεπώς. Με ποτά, τσιγάρα και μπουζούκια ζωντανά. Ίσως να σου ταίριαζε ένας Στάθης Ξένος, ίσως Οικονομόπουλος, ίσως Γονίδης, Μελάς, Χριστοδουλόπουλος...


Πρέπει να πάψεις πλέον να έρχεσαι όποτε σου καπνίσει. Εμείς οι δύο τελειώσαμε. Θα σου έκανε καλό να βρεις ένα νέο χόμπι, μια ασχολία. Κάτι πέραν του να πίνεις μπύρες...


Ίσως μια διαφορετική εκτόνωση να σου έκανε καλό. Μα αυτό που έχω στο μυαλό μου απαιτεί τη συμφωνία και των δύο και δεν γνωρίζω πόσο ασφαλής θα ήταν μια τέτοια δραστηριότητα.


Πάντως αν τύχει να συναντηθούμε αστρικά, φρόντισε σε παρακαλώ μονάχα να μη με ακουμπήσεις. Ένα άγγιγμα ίσως και να αποδειχθεί μοιραίο...Ίσως...
 

Thursday, November 12, 2020

Εσείς;

Βρίσκομαι σε αναρρωτική. 

Λίγο πριν την υπερκόπωση. Δεν πειράζει, εμείς να είμαστε καλά (/s).

Εσείς, τα δικά σας;

Sunday, November 8, 2020

Χρόνια μου λίγα και καλύτερα

Χρόνια μου πολλά.  Καθυστερημένα φέτος καθώς είμαι κομμάτια τον τελευταίο καιρό. 

Γαμημένη δουλειά.

Θα ήθελα να είχα ένα καβούκι να χωθώ να μη με πιάνει τίποτα...


Friday, November 6, 2020

Περί ζωής και θανάτου ο λόγος

Ζωή απλή. Ζωή συμβατική. Ζωή αλλιώς.   

Τα πάνω κάτω.

Μεγάλωσα απότομα. Κι απο τις 3 Νοεμβρίου 2013 ο χρόνος δεν έχει πλέον σημασία.


Τι είναι ο θάνατος; Η απουσία ζωής. 

Η βεβαίωση οτι δε θα μιλήσεις με κάποιον ποτέ ξανά. Όσο κοντινός κι αν ήταν. Και ίσως να νιώσεις οτι μένεις μόνος σου τελικά χωρίς αυτούς που φεύγουν.


Από την άλλη, βέβαια, είσαι ελεύθερος να τους μιλάς από όπου αλλά και όποτε θες. Μα δε θα λάβεις ποτέ απάντηση. Δε θα ξαναμαλώσετε πια.


Έχω εν μέρη ξεχάσει τον αδερφό μου. Από τότε που πέθανε, ζω σε μια γυάλα. Εκεί που ο χρόνος και τα γεγονότα δεν αγγίζουν ή δεν έχουν σημασία. Δεν έχω την παραμικρή επαφή με τους άλλους δύο. Κι ούτε θα αποκτήσω ποτέ. Έχω σωθεί από υπομονή και προσπάθεια μαζί τους.


Αλλά ο Θεός μου πήρε τον καλύτερό μου φίλο, την ασφάλειά μου και κατέστρεψε πολλά απο τα πιστεύω μου. Ακόμα και την ίδια μου την πίστη στο Θεό. 


Το παρελθόν δεν αλλάζει. Αλλά κι εγώ δε θα ξεχάσω ποτέ το οτι ήμασταν μαλωμένοι για καιρό πριν μου τον πάρουν οι άγγελοι (ή οποιοσδήποτε αρμόδιος για την μεταφορά και αποδημία των νεκρών).


Μιλήστε και αγκαλιαστείτε όσο μπορείτε... και δώστε τόπο στην οργή...

Η νύχτα είναι μοιραία- "Θέλω να σου μιλήσω"

Κι αφού δεν απαντά κανείς, αναγκάζεται να φυγει, αφού βρίζει για λίγο την τύχη του...
Η Άννα βρίσκεται μόνο λίγα στενά παρακάτω, πηγαίνοντας για ψώνια, όπως είχε σχεδιάσει νωρίτερα. Ο Αλκιβιάδης σκέφτεται να της τηλεφωνήσει. Κρατάει το κινητό στο χέρι και παίζει την ιδέα στο κεφάλι του όσο προχωράει. Δεν το ξέρει ακόμα, αλλά η απόσταση μεταξύ τους μικραίνει.
Σταματάει και βρίσκει την επαφή της. Καλεί.

-Παρακαλώ; λέει εκείνη
-Άννα;
-Ναι, ποιος είναι; ρωτάει
-Ο Αλκιβιάδης, λέει και ακολουθεί μια παύση. Δεν έχεις τον αριθμό μου;
-Όχι, πλέον, δεν μου είναι χρήσιμος. Ήθελες κάτι;
-Ναι, να βρεθούμε.
-Δεν το βρίσκω ούτε αυτό χρήσιμο, μα ούτε και θελκτό.
-Θα το ήθελα, όμως, εγώ. Θέλω να ζητήσω συγνώμη για την πρόσφατη συμπεριφορά μου και να σου μιλήσω για λίγο.


Κάτι μέσα της σπάει.
-Εντάξει, αλλά για λίγο. Κι όχι τώρα, είμαι απασχολημένη. Θα σε πάρω όταν τελειώσω.
-Θα περιμένω.

Αφού τελειώσει τα ψώνια, επιστρέφει στο σπίτι γεμάτη σκέψεις. Το νόμισμα έχει δύο όψεις, όπως πάντα. Θέλει να τον δει, γιατί σκέφτεται το πόσο τον ήθελε, μα σταματά όταν σκέφτεται για πόσο περίμενε. Θέλει να του δώσει μια ευκαιρία ακόμα, μα θυμάται το βράδυ που την έφερε στο σπίτι. "Έχει θράσος", λέει απο τη μία, "αλλά αυτό είναι που με κέντρισε" ξαναλέει στον εαυτό της.

Προσπαθεί να ξεχαστεί και να δώσει λίγο χρόνο στον εαυτό της να επεξεργαστεί τα νέα δεδομένα. Να καταλαγιάσουν τα πρώτα συναισθήματα, ώστε να σκεφτεί καθαρά. Μα οι ώρες περνούν και δεν αλλάζει τίποτα. Ούτε με ένα ντους ούτε με καφέ και τσιγάρο. Τελικά το κινητό της ξαναχτυπάει.

-Παρακαλώ; Προσπαθεί να πει αδιάφορα.
-Ο Αλκιβιάδης είμαι. Κοντεύει να βραδιάσει και υπέθεσα οτι θα έχεις τελειώσει. Ελπίζω να μη με αποφεύγεις.
-Όχι, εντάξει, ξεχάστηκα λίγο με τις δουλειές.
-Πού θέλεις να βρεθούμε; τη ρωτά με αγωνία.
-Σπίτι μου! της ξεφεύγει χαμμένη καθώς ήταν στις σκέψεις της.
-Ωραία, να έρθω σε μισή ώρα;

Δε μπορεί πλέον να κάνει πίσω. Μπορεί μονάχα να παίξει με την ώρα.
-Ναι, έλα σε μισή ώρα να τελειώνουμε.


Το εχθρικό κλίμα δεν τον αποκαρδιώνει. Με μια ανθοδέσμη κόκκινα τριαντάφυλλα εμφανίζεται στην πόρτα της, καλοντυμμένος όπως παλιά. Εκείνη απλή, μα εκθαμβωτική.

- Αυτά είναι για σένα, αν και κλισέ, δεν ήξερα τι άλλο να σου πάρω.
Η Άννα δείχνει ένα συγκρατημένο χαμόγελο :
- Σ ευχαριστώ, πέρασε. Κάθισε, του λέει. Η αλήθεια είναι οτι θα ήθελα να είναι σύντομη η επίσκεψή σου, όπως σου είπα, αλλά δε μπορώ να ξεχάσω και τους τρόπους μου. Τι να σου προσφέρω;
-Ένα ουίσκι, όπως παλιά, της λέει ευθέως.

Με την περιέργεια να της ξύνει το μυαλό, του βάζει και του προσφέρει το ουίσκι, ενώ έχει αφήσει τα λουλούδια πάνω στο τραπέζι.
-Ορίστε. Τι ήθελες να μου πεις, λοιπόν;
-Αρχικά να σου ζητήσω συγνώμη για εκείνο το βράδυ που... εισέβαλα στο σπίτι σου, όπως είπες.
-Δεκτή, του λέει στεγνά.
-Δε θα καθίσεις; Με αγχώνει να σε βλέπω να στέκεσαι. Είσαι, όντως βιαστική; Πόσο χρόνο έχω;
-Εντάξει, όχι, δεν βιάζομαι, του λέει και κάθεται. Πάρε το χρόνο σου. Απλώς ένιωσα αρκετά άβολα και θα ήθελα να είσαι σύντομος.
-Άννα, δεν είμαι ακριβώς άγνωστος, σωστά; Ειλικρινά.
- Σωστά, του λέει καθώς κοιτάζει αλλού.

Δε θέλει να πει λόγια περιττά. Φοβάται μην προδώσει τον εαυτό της. Μήπως του ανοίξει τα χαρτιά της. Ή καλύτερα, μήπως έρθει αντιμέτωπη με αυτό που θέλει να αποφύγει. Επικρατεί σιγή. 

Το γύρισμα του κεφαλιού της θα τον κάνει να σπάσει τη σιωπή.

- Σε θέλω, της λέει και ορμάει πάνω της. 
Εκείνη όχι απλά δεν αντιστέκεται, μα τα ξεχνάει όλα... 

 Παρότι δεν απαντά λεκτικά, το σώμα της προδίδει τις σκέψεις που είχε καταπιέσει όλη μέρα. 
Το πόδι της περνάει απο πάνω του και καθώς τα σώματα έρχονται πιο κοντά , σιγά σιγά ανεβαίνει πάνω του, ενώ τα φιλιά δε σταματούν. Ο Αλκιβιάδης την πιάνει απο τους γοφούς και την τρίβει σεξουαλικά πάνω του. Το πάθος έχει φουντώσει απρόσμενα και για τους δύο και συνεπαίρνονται. 

ΤΣΑΦ.