Subscribe:

Thursday, March 19, 2020

Η νύχτα είναι μοιραία- Ερωτήσεις, κύριε; (μέρος 17ο)

(δεν ξέρω τι παίχτηκε και δεν δημοσιεύτηκε αυτό αλλά έρχεται πριν απο το "εγώ προχώρησα")


Η ώρα έχει πάει εννιά κι Άννα συναντά αμήχανη τον Αλέξανδρο.
-Καλησπέρα, του λέει καθώς μπαίνει στο αμάξι.
-Τι καλησπέρα γλυκιά μου, δεν είμαστε σε μίτινγκ. Τι έχεις;
-Τίποτα... Πού θα με πας; τον ρωτά με  προσποιητό νάζι, κόλπο για να αποφύγει την αμηχανία.
Εκείνος της κοιτάζει για λίγα δευτερόλεπτα, σκάει ένα πλατύ χαμόγελο και της λέει:
- Έτσι σε θέλω! Φύγαμε για κέντρο
-"Έπιασε", σκέφτεται εκείνη που μόλις έχει εξαγοράσει λίγο χρόνο.

Στο ιδιο μπαρ που καταλήγουν και καθώς πίνουν δυο ποτά, παρατηρούν οτι βρίσκεται κι ο Άκης με την Κάτια σε τρυφερό τετ-α-τετ. Αποφασίζουν να καθίσουν μαζί τους:

-Γεια σας παιδιά, λέει χαρούμενα η Άννα.
-Α! καλώς τους, απαντούν και οι δύο. Καθίστε.
-Τώρα σας είδαμε, εξηγεί ο Αλέξανδρος. Εκεί πέρα καθόμασταν.
-Πώς πάει; ρωτά ο Άκης και πιάνουν μια κουβέντα γενικού περιεχομένου.

Μισή ώρα αργότερα η Άννα παίρνει τα τσιγάρα της και βγαίνει έξω να καπνίσει.
-Θα σε συνοδεύσω, της λέει ο Άκης.
-Πάμε.

Καθώς βρίσκονται έξω, όμως, κανείς δε μιλά σε κανέναν, αλλά ο Άκης όλο κάτι θέλει να πει και το σκέφτεται.

-Ρώτα με ρε Άκη, μη το ζαλίζεις.
-Τι να σε ρωτήσω; κάνει δήθεν αδιάφορα.
-Ε, δεν ξέρω τι έχεις στο μυαλό σου, αλλιώς ίσως και να σου το απαντούσα απο μόνη μου, αλλά για να ήρθες, κάτι θες.
-Να σου κάνω παρέα! διαμαρτύρεται.
-Καλά, λέει απότομα. Να ρωτήσω εγώ τότε.
-Ρώτα.
-Ο φίλος σου είναι βλαμμένος;
-'Ελα μου; παραξενεύεται εκείνος με την ερώτηση.
-Σόρυ, υπέθεσα οτι ξέρεις τι έχει παιχτεί με τον Αλκιβιάδη...
Παύση.
-Ξέρω. Αλλά και δεν ξέρω.
Τον κοιτά με το φρύδι σηκωμένο.
-Εννοώ ξέρω ο,τι μου έχει πει, δεν ξέρω αν είναι βλαμμένος.
-Σωστά, λέει με αναστεναγμό. Φίλος σου είναι άλλωστε.
-Όχι, δεν εννοώ αυτό.  Είναι φίλος μου, αλλά άβυσσος η ψυχή του.
Η Άννα σβήνει το τσιγάρο. Πριν μπει μέσα, όμως, την πιάνει απο το μπράτσο.
-Με τον Αλέξανδρο τι παίζει;
-Σου πήρε ένα δεκάλεπτο, αλλά ρώτησες.
Χαμηλώνει το βλέμμα εκείνος.
-Άκη, την αλήθεια θα σου πω, ξέρω οτι δεν είσαι βαλτός. Δεν ξέρω τι γίνεται. Φαίνεται να του αρέσω.
-Οκ, αλλά σε εσένα, αρέσει;
Τον κοιτά, σταματά για λίγο και μπαίνοντας μέσα του απαντά:
-Ωραία παρέα είναι, καλά περνάμε. Πάμε τώρα...


Φτάνοντας στο τραπέζι, βλέπουν τον Αλέξανδρο με την Κάτια να έχουν ξεκαρδιστεί.
-Μα τι καλή παρέα που είσαι βρε Αλέξανδρε, του λέει μέσα απο την ψυχή της.
Η Άννα κοιτά τον Άκη με ύφος "στα 'λεγα γω" και μειδιάζει.
Και η ώρα περνάει και οι τέσσερίς τους γίνονται μια καλή παρέα για το βράδυ...

Λίγα ποτά αργότερα κι ενώ περπατούν δίπλα δίπλα προς το αμάξι, ο Αλέξανδρος προτείνει στην Άννα:
-Θέλεις να συνεχίσουμε κάπου οι δυο μας;
Σταματά και τον κοιτάζει.

Τον αρπάζει με τα χέρια της και αρχίζει να τον φιλά, εκεί, στη μέση του δρόμου.
-Λέω ναι, να πάμε κάπου, του λέει μόλις κάνει παύση.
Την κοιτάζει αμήχανος, παραξενεμένος.
-Σε κάποιο μπαρ εννοώ, διευκρινίζει.
- Ναι, σωστά, δηλώνει και σκέφτεται που να πάνε. Ξέρω ένα πιάνο μπαρ, τι θα έλεγες;
- Η πιο τέλεια ιδέα! Σου το χρωστάω να πιούμε ενα καλό κρασί μαζί και να απολαύσουμε τη νύχτα, του χαμογελά .

Και τον πιάνει αγκαζέ και προχωράνε...




0 comments:

Post a Comment

Your opinion is...?