Subscribe:

Thursday, March 19, 2020

Η νύχτα είναι μοιραία- Φίλε έλα απόψε που πονάω

- Τι έπαθες αγόρι μου και με φώναξες εδώ άρον άρον; Λέγε γρήγορα, έχω αφήσει την Κάτια στο εμπορικό.
- Δε θα πάθει τίποτα. Εσύ, όμως, μπορεί.
- Τι θα πάθω εγώ;
- Κακώσεις σε όλο σου το σώμα, αν δε μου πεις τι ξέρεις για τον Αλέξανδρο!
- Έλα Χριστέ μου, τρελάθηκες; ρωτά ο Άκης και ανακάθεται στη θέση του.

Η σερβιτόρα έρχεται να πάρει την παραγγελία του Άκη, ο οποίος προσπαθεί να τελειώνει γρήγορα για να επιστρέψει στην Κάτια.

-Πάρε ένα ρημαδοκαφέ και κάτσε, δε θα ξεμπερδέψουμε εύκολα, λέει ο Αλκιβιάδης.
-Φέρε μου σε παρακαλώ, έναν ελληνικό σκέτο της παρηγοριάς, γιατί με βλέπω μακαρίτη, λέει ο Άκης στραβωκοιτώντας τον Αλκιβιάδη. Τι έπαθες παιδί μου;
-Θα γίνω θηρίο αν δεν μου πεις τι ξέρεις για τον Αλέξανδρο, επιτάσσει.
-Ρε, σου είπα και την άλλη φορά... Βέβαια, τώρα που το σκέφτομαι, χθες ήμασταν μαζί και προσπάθησα να την ψαρέψ...
-Τι;; τον διακόπτει ο άλλος. Ποιοί ήσασταν μαζί; Κι εγώ γιατί έλειπα; ρωτά μανιασμένος σχεδόν.
-Ρε αγόρι μου, κούλαρε λίγο. Τυχαία βρεθήκαμε, δεν ήταν κανονισμένο. Έτυχε να έρθει στο ίδιο μπαρ, με τον Αλέξανδρο.
-Ε;; Γιατί δε με πήρες να μου το πεις; απαιτεί ο Αλκιβιάδης.
-Τις κουμπάρες θα παίζουμε ρε βλαμμένε; Τι είμαστε, δεκαπεντάχρονα; Ή μήπως θα ερχόσουν δήθεν τυχαία να μου κρατάς φανάρι με την Κάτια; Μόνοι μας ήμασταν αρχικά! νευριάζει ο Άκης.
-...
-Και τελοσπάντων για σένα τη ρώτησα, αγανακτεί.
-Τι τη ρώτησες, δηλαδή; ρωτά πιο ήρεμα ο Αλκιβιάδης.
-Εν ολίγης αν είναι με τον Αλέξανδρο...
-Ναι, και; Θα μου τη βγάλεις την πίστη; Γιατί τον είδα που έφυγε πριν λίγο απο το σπίτι της.
-Τι κάνεις μωρέ μαλάκα, την παρακολουθείς; παραξενεύεται αυτός.
-Όχι ρε, πήγαινα να της μιλήσω και τον πέτυχα έξω απο την είσοδο της πολυκατοικίας.
-Και; Έδειχνε ανακουφισμένος;
-Μαλάκα θα σε δείρω, του λέει και κάνει να τον χτυπήσει.

Ο Άκης γελάει και τον αποφεύγει λέγοντας:
-Ζηλεύουμε Αλκιβιάδη; και μειδιάζει χαιρέκακα.
-Τι σου είπε ρε φίλε, μιας και ρώτησες... ξεφυσά ο άλλος.
-Ε, βασικά οτι κάνουν παρέα εν ολίγης, αλλά αφού μου λες τον πέτυχες πρωινιάτικα έξω απο το σπίτι της, δεν αποκλείω να κάνουν παραπάνω απο παρέα, παρατηρεί αυτός.

Ο Αλκιβιάδης δείνει μια γροθιά στο τραπέζι και μονολογεί "στο διάολο άργησα".

-Στα 'λεγα; τον επιπλήτει ο Άκης.
-Και τώρα τι κάνω ρε φίλε; ρωτά απεγνωσμένα.
-Ξέρω γω, έτσι όπως τα 'κανες, λούσου τα. Γιατί δεν πας απο το σπίτι της να της μιλήσεις να δεις τι παίζει; Άντε μην το καθυστερείς άλλο, τον προτρέπει σαν καλός φίλος.
-Λες,ε;
-ε, λέω.
-Καλά, πάω. Α, πλήρωσε και τον δικό μου, του λέει και φεύγει.
-Φίλοι σου λέει μετά, μονολογεί ο Άκης.

Όμως ο Αλκιβιάδης δε θα βρει κανέναν στο σπίτι της Άννας...

0 comments:

Post a Comment

Your opinion is...?