Subscribe:

Friday, November 6, 2020

Η νύχτα είναι μοιραία- "Θέλω να σου μιλήσω"

Κι αφού δεν απαντά κανείς, αναγκάζεται να φυγει, αφού βρίζει για λίγο την τύχη του...
Η Άννα βρίσκεται μόνο λίγα στενά παρακάτω, πηγαίνοντας για ψώνια, όπως είχε σχεδιάσει νωρίτερα. Ο Αλκιβιάδης σκέφτεται να της τηλεφωνήσει. Κρατάει το κινητό στο χέρι και παίζει την ιδέα στο κεφάλι του όσο προχωράει. Δεν το ξέρει ακόμα, αλλά η απόσταση μεταξύ τους μικραίνει.
Σταματάει και βρίσκει την επαφή της. Καλεί.

-Παρακαλώ; λέει εκείνη
-Άννα;
-Ναι, ποιος είναι; ρωτάει
-Ο Αλκιβιάδης, λέει και ακολουθεί μια παύση. Δεν έχεις τον αριθμό μου;
-Όχι, πλέον, δεν μου είναι χρήσιμος. Ήθελες κάτι;
-Ναι, να βρεθούμε.
-Δεν το βρίσκω ούτε αυτό χρήσιμο, μα ούτε και θελκτό.
-Θα το ήθελα, όμως, εγώ. Θέλω να ζητήσω συγνώμη για την πρόσφατη συμπεριφορά μου και να σου μιλήσω για λίγο.


Κάτι μέσα της σπάει.
-Εντάξει, αλλά για λίγο. Κι όχι τώρα, είμαι απασχολημένη. Θα σε πάρω όταν τελειώσω.
-Θα περιμένω.

Αφού τελειώσει τα ψώνια, επιστρέφει στο σπίτι γεμάτη σκέψεις. Το νόμισμα έχει δύο όψεις, όπως πάντα. Θέλει να τον δει, γιατί σκέφτεται το πόσο τον ήθελε, μα σταματά όταν σκέφτεται για πόσο περίμενε. Θέλει να του δώσει μια ευκαιρία ακόμα, μα θυμάται το βράδυ που την έφερε στο σπίτι. "Έχει θράσος", λέει απο τη μία, "αλλά αυτό είναι που με κέντρισε" ξαναλέει στον εαυτό της.

Προσπαθεί να ξεχαστεί και να δώσει λίγο χρόνο στον εαυτό της να επεξεργαστεί τα νέα δεδομένα. Να καταλαγιάσουν τα πρώτα συναισθήματα, ώστε να σκεφτεί καθαρά. Μα οι ώρες περνούν και δεν αλλάζει τίποτα. Ούτε με ένα ντους ούτε με καφέ και τσιγάρο. Τελικά το κινητό της ξαναχτυπάει.

-Παρακαλώ; Προσπαθεί να πει αδιάφορα.
-Ο Αλκιβιάδης είμαι. Κοντεύει να βραδιάσει και υπέθεσα οτι θα έχεις τελειώσει. Ελπίζω να μη με αποφεύγεις.
-Όχι, εντάξει, ξεχάστηκα λίγο με τις δουλειές.
-Πού θέλεις να βρεθούμε; τη ρωτά με αγωνία.
-Σπίτι μου! της ξεφεύγει χαμμένη καθώς ήταν στις σκέψεις της.
-Ωραία, να έρθω σε μισή ώρα;

Δε μπορεί πλέον να κάνει πίσω. Μπορεί μονάχα να παίξει με την ώρα.
-Ναι, έλα σε μισή ώρα να τελειώνουμε.


Το εχθρικό κλίμα δεν τον αποκαρδιώνει. Με μια ανθοδέσμη κόκκινα τριαντάφυλλα εμφανίζεται στην πόρτα της, καλοντυμμένος όπως παλιά. Εκείνη απλή, μα εκθαμβωτική.

- Αυτά είναι για σένα, αν και κλισέ, δεν ήξερα τι άλλο να σου πάρω.
Η Άννα δείχνει ένα συγκρατημένο χαμόγελο :
- Σ ευχαριστώ, πέρασε. Κάθισε, του λέει. Η αλήθεια είναι οτι θα ήθελα να είναι σύντομη η επίσκεψή σου, όπως σου είπα, αλλά δε μπορώ να ξεχάσω και τους τρόπους μου. Τι να σου προσφέρω;
-Ένα ουίσκι, όπως παλιά, της λέει ευθέως.

Με την περιέργεια να της ξύνει το μυαλό, του βάζει και του προσφέρει το ουίσκι, ενώ έχει αφήσει τα λουλούδια πάνω στο τραπέζι.
-Ορίστε. Τι ήθελες να μου πεις, λοιπόν;
-Αρχικά να σου ζητήσω συγνώμη για εκείνο το βράδυ που... εισέβαλα στο σπίτι σου, όπως είπες.
-Δεκτή, του λέει στεγνά.
-Δε θα καθίσεις; Με αγχώνει να σε βλέπω να στέκεσαι. Είσαι, όντως βιαστική; Πόσο χρόνο έχω;
-Εντάξει, όχι, δεν βιάζομαι, του λέει και κάθεται. Πάρε το χρόνο σου. Απλώς ένιωσα αρκετά άβολα και θα ήθελα να είσαι σύντομος.
-Άννα, δεν είμαι ακριβώς άγνωστος, σωστά; Ειλικρινά.
- Σωστά, του λέει καθώς κοιτάζει αλλού.

Δε θέλει να πει λόγια περιττά. Φοβάται μην προδώσει τον εαυτό της. Μήπως του ανοίξει τα χαρτιά της. Ή καλύτερα, μήπως έρθει αντιμέτωπη με αυτό που θέλει να αποφύγει. Επικρατεί σιγή. 

Το γύρισμα του κεφαλιού της θα τον κάνει να σπάσει τη σιωπή.

- Σε θέλω, της λέει και ορμάει πάνω της. 
Εκείνη όχι απλά δεν αντιστέκεται, μα τα ξεχνάει όλα... 

 Παρότι δεν απαντά λεκτικά, το σώμα της προδίδει τις σκέψεις που είχε καταπιέσει όλη μέρα. 
Το πόδι της περνάει απο πάνω του και καθώς τα σώματα έρχονται πιο κοντά , σιγά σιγά ανεβαίνει πάνω του, ενώ τα φιλιά δε σταματούν. Ο Αλκιβιάδης την πιάνει απο τους γοφούς και την τρίβει σεξουαλικά πάνω του. Το πάθος έχει φουντώσει απρόσμενα και για τους δύο και συνεπαίρνονται. 

ΤΣΑΦ.





0 comments:

Post a Comment

Your opinion is...?